Φιλόσοφος, ταξιδευτής, συγγραφεύς, και πάντα νέος. Λέξεις που θα μπορούσαν να ταιριάξουν απόλυτα στον Χένρι Μίλερ τον συγγραφέα που περιέγραψε τόσο καλά και με ενθουσιασμό την Ελλάδα στο μυθιστόρημα του “ο Κολοσσός του Μαρουσιού“.
Το 1934, ο Χένρι Μίλερ ήδη 42 ετών ζώντας στο Παρίσι δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο. Το 1961 το βιβλίο εκδόθηκε στη γενέτειρα του και αμέσως έγινε μπεστ-σέλερ και διάσημο. Ως τότε τα νερά ήταν θολά από τη διαμάχη λογοκρισίας, πορνογραφίας, άσεμνου αφήνοντας πίσω το βιβλίο αυτό καθ’ εαυτό.
Αυτό δεν ήταν καινούργιο κάτι ανάλογο έγινε με τον ΝΤ. Λώρενς ταυτόχρονα λογοσκόπος και θρύλος. Κερδίζοντας τον θαυμασμό κριτικών και καλλιτεχνών, τιμώμενος από προσκυνητές, παράδειγμα για τους μπήτνικς έγινε πάνω απ’ όλα ένας ήρωας ή ένας κακός της κουλτούρας, για όσους έβλεπαν σ’ αυτόν μια απειλή για το νόμο και την τάξη. Επίσης μπορεί να πει κανείς πως έγινε ένας ήρωας της λαϊκής κουλτούρας – χίπυ, προφήτης, εξόριστος το παιδί απ’ το Μπρούκλιν που πήγε στο Παρίσι όταν όλοι γύριζαν σπίτι, ο φτωχός μποέμ με τον πυρσό του δημιουργικού καλλιτέχνη στην Αμερική, αργότερα ο σοφός του Μπιγκ Σερ.
Η ζωή του είναι αποτυπωμένη στο χαρτί με τις πιπεράτες εξιστορήσεις σε πρώτο πρόσωπο σε χρόνο ενεστώτα: τα πρώτα χρόνια στο Μπρούκλιν με το “Μαύρη Άνοιξη” 1936, ο αγώνας για τον αυτοπροσδιορισμό στον “Τροπικό του Αιγόκερω” 1939, οι τρεις τόμοι της “Ροζ Σταύρωσης” στη δεκαετία του ’20, οι περιπέτειες στο Παρίσι στη δεκαετία του ’30 με τον “Τροπικό του Καρκίνου” 1934.
Το 1939 πηγαίνει στην Ελλάδα για να συναντήσει τον Λώρενς Ντάρελ όπου η διαμονή αυτή γίνεται η αφηγηματική βάση για τον “Κολοσσό του Μαρουσιού”.
Ο Χένρι Μίλερ, που διέμενε τότε στο Παρίσι, αψηφώντας τους κακούς οιωνούς –όταν τα μηνύματα του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου διαγράφονταν στον ορίζοντα– αποφασίζει να έρθει στην Ελλάδα το 1939, έχοντας εξασφαλίσει τη φιλοξενία του Άγγλου συγγραφέα Λόρενς Ντάρελ, ο οποίος ζούσε στην Κέρκυρα.
Ο Χένρι Μίλερ στην Ελλάδα
Αρχικά κινήθηκε χωρίς πρόγραμμα, πηγαίνοντας αποδώ και αποκεί. Θα εντυπωσιαστεί από τις συναντήσεις του με τον Κατσίμπαλη, τον Σεφέρη, τον Αντωνίου, τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον Τσάτσο και εξαιτίας τους θα παρατείνει τη διαμονή του. Θα φύγει από την Ελλάδα πιεζόμενος από την αμερικανική πρεσβεία που ήθελε να εγκαταλείψουν οι υπήκοοι της τον τόπο, λόγω του πολέμου που είχε αρχίσει πλέον.
Μεσολαβούντος του πολέμου ο Μίλερ επιστρέφει αναγκαστικά στην Αμερική και συγγράφει μια μακρά οδύσσεια “Καλοκαιρινός Εφιάλτης” (Air-conditioned nightmare) 1945.
Το 1944 εγκατεστημένος σε μια Καλιφορνέζικη ακτή, διάγει τη ζωή που περιέγραψε στο “Μπιγκ Σερ και τα Πορτοκάλια του Ιερώνυμου Μπος” Α΄έκδοση 1957.
Το γεγονός ότι έκανε μ’ αυτό του το βιβλίο το Μπιγκ Σερ – ακτή στη μεγάλη οροσειρά με το ομώνυμο χωριό, στη κεντρική Καλιφόρνια, κέντρο για προσκύνημα, δεν τον εμπόδισε να φεύγει για να βρεθεί πάλι στην κίνηση της αλλαγής.
Στα εβδομήντα του ο Χένρι Μίλερ μοιάζει με Βουδιστή μοναχό που κατάπιε ένα καναρίνι. Εξ αρχής εντυπωσιάζει με τη ζεστή και χαρούμενη παρουσία του. Παρά τα χαμηλά σαν στεφάνι άσπρα του μαλλιά, τίποτα δεν δείχνει μεγάλο επάνω του. Η κοψιά του τόσο λεπτή, εκπλήσσοντας σαν να είναι ενός νέου ανθρώπου όπως και οι χειρονομίες και οι κινήσεις του. Η φωνή του γίνεται συναρπαστική μια γλυκιά αντήχηση με ήσυχα μπάσα με μια πληθώρα κραδασμών μια μουσική γοητεία που θα πρέπει να ξέρει ότι εκπέμπει. Μιλάει με μια εκλεπτυσμένη προφορά του Μπρούκλιν που συχνά διακόπτεται από ρητορικές παύσεις τύπου Δεν βλέπετε;, Ξέρετε; σβήνοντας με μικρά ηχητικά εφέ. Για να αντιληφθεί κανείς το άρωμα και την εντιμότητα του ανθρώπου αυτού πρέπει να ακούσει εγγραφές από την ομιλία του. Η συνέντευξη εδόθη το Σεπτέμβριο του 1961, στο Λονδίνο συνέχεια στη συνέντευξη (αγγλικά προς το παρόν…) εδώ
Από theparisrevue.org
Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας